ΚΤΙΡΙΟ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ-ΜΗΔΕΝΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Με τα σημάδια την οικολογικής καταστροφής να αποτελούν συχνά θέμα στον ημερήσιο Τύπο· και τον αντίκτυπο της σπατάλης των φυσικών πόρων όχι μόνο στο κλίμα του πλανήτη και την υγεία του ανθρώπου, αλλά και στα οικονομικά των εξαρτημένων ενεργειακά χωρών[1], υπογραμμίζεται η σημασία της ορθής διαχείρισης των φυσικών πόρων και της μελλοντικής ανεξαρτητοποίησης από αυτούς. Το μεγαλύτερο ποσό αυτής της ενέργειας καταναλώνεται από τον οικιακό και των εμπορικό τομέα, δύο τομείς που επιδέχονται σύμφωνα με τη Διακυβερνητική Επιτροπή για την Αλλαγή του Κλίματος (International Panel on Climate Change-OPCC), σημαντικές βελτιώσεις για τη μείωση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου [Διάγραμμα 1]. Δεδομένου ότι το 80% των κατοίκων της Ευρώπης κατοικούν πλέον σε πόλεις [2] η ανάγκη για κάλυψη των απαιτήσεων σε θέρμανση, ψύξη, φωτισμό και ζεστό νερό χρήσης αυξάνει συνεχώς. Για την Ελλάδα η αύξηση στην ενεργειακή κατανάλωση από τον κτιριακό τομέα ήταν 15% σε λιγότερο από τρεις δεκαετίες [3]. Αν τώρα αναλύσουμε τη κατανάλωση ανά χρήση, στην πρώτη θέση των ενεργειακών απαιτήσεων με ποσοστό 72% περίπου της συνολικής ενεργειακής κατανάλωσης, βρίσκεται η ανάγκη για θέρμανση, παρόλο που στην Ελλάδα επικρατεί το μεσογειακό κλίμα, άρα και λιγότερες απαιτήσεις σε θέρμανση κατά του χειμερινούς μήνες [4]. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την πληροφορία ότι το 74% και πλέον του ελληνικού κτιριακού αποθέματος δημιουργήθηκε μετά το 1970, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι τα ενεργοβόρα αυτά κτίρια θα συνεχίσουν να υφίστανται για τα επόμενα 50 χρόνια τουλάχιστον.
Π. Κοσμόπουλος
Α. Πανοπούλου
Εργαστήριο Περιβαλλοντικού Σχεδιασμού για
Κτίρια και Οικισμούς