Το περιβάλλον αλλάζει. Τί σημαίνει αυτό για τον περιβαλλοντικό σχεδιασμό των κτιρίων;
Για να το επιτύχει χρησιμοποιεί και επεξεργάζεται δεδομένα για τα φυσικά φαινόμενα των οποίων την ευεργετική επίδραση επιχειρεί να αξιοποιήσει, όπως ο ήλιος, ο άνεμος, η θερμότητα στον αέρα και το έδαφος, η υγρασία κλπ. Τα δεδομένα αυτά, τόσο ποιοτικά όσο και ποσοτικά, αφορούν τη θέση του υπό μελέτη κτιρίου και τη χρονική περίοδο εκπόνησης της μελέτης. Μελλοντικές αλλαγές στα στοιχεία που χρησιμοποιούνται στη μελέτη, μολονότι είναι σίγουρες, γενικά, δεν είναι εύκολο να προβλεφθούν και να ληφθούν υπόψη.
Το γεγονός αυτό, που προκαλεί δικαιολογημένη αμηχανία σε κάθε περίπτωση περιβαλλοντικού σχεδιασμού, αντιπροσωπεύει μια πραγματικότητα που έχει την εξήγησή της στις συνεχείς αλλαγές που υφίσταται το περιβάλλον, τόσο το φυσικό όσο και το ανθρωπογενές. Οι αλλαγές αυτές άλλοτε είναι αργές και πρακτικά δεν έχουν καμία επίδραση στην περιβαλλοντική συμπεριφορά των κτιρίων. Άλλοτε όμως συμβαίνουν μέσα στα όρια ζωής ενός κτιρίου και επηρεάζουν σημαντικά την συμπεριφορά του. Οι αλλαγές αυτής, της δεύτερης κατηγορίας, αποτελούν το αντικείμενο του άρθρου. Συγκεκριμένα, στο άρθρο καταγράφονται οι μεταβολές στο περιβάλλον, τόσο το φυσικό όσο και το ανθρωπογενές, που συνεπάγονται αλλοίωση των δεδομένων που προσδιορίζουν την αλληλεπίδραση ενός κτιρίου με αυτό. Από την καταγραφή αυτή εντοπίζονται πλευρές του περιβαλλοντικού σχεδιασμού που θα μπορούσαν να αποδειχθούν άστοχες εξ αιτίας αλλαγών στο περιβάλλον του κτιρίου που αφορούν. Στο άρθρο επίσης, διερευνώνται τα περιθώρια πρόγνωσης των πιθανών αλλαγών στο περιβάλλον ενός κτιρίου και των αντίστοιχων συνεπειών τους σε αυτό. Όπου είναι εφαρμόσιμο, προτείνονται τρόποι αξιοποίησης των δυνατοτήτων πρόγνωσης αυτών των αλλαγών στον περιβαλλοντικό σχεδιασμό.
ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΣΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΜΕ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ
ΣΤΗΝ ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΚΤΙΡΙΩΝ ΜΕ ΑΥΤΟ
Τις μεταβολές στο περιβάλλον μπορούμε, για λόγους μεθοδολογικής προσέγγισης, να τις διακρίνουμε σε δύο κατηγορίες, τις φυσικές και τις ανθρωπογενείς.
1. Φυσικές μεταβολές
Μεταξύ των φυσικών μεταβολών ορισμένες εξελίσσονται σε γεωλογικό χρόνο και με την έννοια αυτή η επίδραση τους στα κτίρια είναι ανύπαρκτη. Π.χ. οι μετατοπίσεις των ηπείρων ή οι μεγάλης κλίμακας κλιματικές αλλαγές. Κάποιες έχουν μικρότερο χρόνο εξέλιξης και έτσι ασκούν επιδράσεις που όμως είναι ορατές μετά από πολλά χρόνια.
Σε αυτή την κατηγορία μπορούμε να εντάξουμε τις καθιζήσεις, διαβρώσεις και αποθέσεις, μεταβολές ακτογραμμής κ.α. Στην ίδια κατηγορία ανήκουν και οι μεταβολές της χλωρίδας σε ένα τόπο (π.χ. ερημοποιήσεις). Συνήθως, οι συνέπειες αυτών των μεταβολών στα κτίρια και γενικά στα τεχνικά έργα, αποτυπώνονται σε αρχαιολογικές έρευνες. Υπάρχουν όμως και φυσικές μεταβολές που συμβαίνουν σε συντομότερο χρόνο και με μεγαλύτερη συχνότητα, που οι συνέπειές τους στα κτίρια που βρίσκονται στα όρια δράσης τους είναι εμφανείς. Χαρακτηριστικότερη είναι η περίπτωση των σεισμών που οι επιδράσεις τους σε κτίρια της περιοχής που εκδηλώνονται είναι συχνά καταλυτικές. Εξίσου σημαντική είναι και η επίδραση των λεγόμενων φυσικών καταστροφών (π.χ. πλημμύρες, κατολισθήσεις, καθιζήσεις, ανεμοθύελλες, εκρήξεις ηφαιστείων, μεγάλες πυρκαγιές). Πολλές από τις καταστροφές αυτές αφορούν τα ίδια τα κτίρια. Τι πιο κραυγαλέα παραδείγματα περιβαλλοντικής επίδρασης στα κτίρια ! Πέραν αυτού, οι μεταβολές που προκαλούνται, εκτός από αλλοιώσεις στο τοπίο - που από μόνες τους επηρεάζουν τις συνθήκες διαβίωσης των κατοίκων της περιοχής - συνεπάγονται και άλλες, πιο "τυπικές" επιπτώσεις στην περιβαλλοντική συμπεριφορά των κτιρίων. Πρόκειται για μόνιμες ή παροδικές αλλοιώσεις στα μικροκλιματικά δεδομένα της επηρεασθείσας περιοχής που καλύπτουν ευρύ φάσμα περιβαλλοντικών παραμέτρων (π.χ. θερμοκρασία, υγρασία, άνεμο, ποιότητα του αέρα κλπ). Η καταστροφή ενός δάσους για παράδειγμα συνεπάγεται σημαντικές αλλαγές σε όλους σχεδόν τους μικροκλιματικούς παράγοντες της ευρύτερης περιοχής με άμεση και σοβαρή επίδραση στην περιβαλλοντική συμπεριφορά των κτιρίων σε αυτήν. Ομοίως, η προσβολή από κάποια ασθένεια των φυτών που συμβάλουν με τη παρουσία τους στην προστασία ενός κτιρίου από τον ήλιο, το θόρυβο, τον άνεμο κλπ αποτελεί πλήγμα στην περιβαλλοντική συμπεριφορά του συγκεκριμένου κτιρίου.
2. Ανθρωπογενείς μεταβολές
Οι ανθρωπογενείς μεταβολές είναι γενικά πιο συχνές και με πιο απτές επιδράσεις στην περιβαλλοντική συμπεριφορά των κτιρίων που επηρεάζουν.
Μια κατηγορία τέτοιων μεταβολών αφορούν αντίστοιχες φυσικές που προκαλούνται ή ενισχύονται ή η εμφάνισή τους επιταχύνεται εξ αιτίας επεμβάσεων του ανθρώπου. Ουσιαστικά όλες οι μορφές φυσικών καταστροφών, ακόμη και οι σεισμοί, μπορούν να ενταχθούν σε αυτή την κατηγορία.
Πέρα από τις φυσικές καταστροφές, πολλές εκδηλώσεις της ανθρώπινης παρουσίας στον πλανήτη συνεπάγονται σημαντικές μεταβολές στο περιβάλλον με επακόλουθες επιπτώσεις στα κτίρια. Η ατμοσφαιρική ρύπανση για παράδειγμα, είτε σε τοπική είτε σε ευρύτερη κλίμακα, είναι παράγων που συνδέεται άμεσα με ανθρώπινες δραστηριότητες και επηρεάζει τον περιβαλλοντικό σχεδιασμό των κτιρίων. Το ίδιο ισχύει και για τους συγκοινωνιακούς, βιομηχανικούς και εν γένει περιβαλλοντικούς θορύβους. Η δόμηση, με την ευρεία της έννοια, συνεπάγεται πολλές αλλαγές στο μικροκλίμα μιας περιοχής. Το "αστικό κλίμα", που συνοψίζει αυτές τις αλλαγές, συνεπάγεται για το σύνολο των κλιματικών παραμέτρων διαφορετικές τιμές από τις αντίστοιχες στο φυσικό περιβάλλον. Το φαινόμενο της "θερμικής νησίδας", της μεταβολής της λευκαύγειας (albedo), της μεταβολής της τραχύτητας του εδάφους είναι μερικοί από τους μηχανισμός που ευθύνονται για αυτό.
Εξετάζοντας περισσότερο εντοπισμένες ανθρωπογενείς μεταβολές θα μπορούσαμε να διακρίνουμε μία μεγάλη κατηγορία παρόμοιων μεταβολών που προκύπτει από την οικοδόμηση ενός τεχνικού έργου (π.χ. κτιρίου) σε θέση που να λειτουργεί ως ασπίδα έναντι περιβαλλοντικών επιδράσεων σε άλλα κτίρια της περιοχής. Οι επιδράσεις αυτές περιλαμβάνουν την άμεση και έμμεση ηλιακή ακτινοβολία, τον εξωτερικό ήχο και τον άνεμο. Ενώ για την ηλιακή ακτινοβολία και τον αερόφερο ήχο η παρουσία ενός εμποδίου στην πορεία διάδοσής τους συνεπάγεται μείωση της έντασής τους, στην περίπτωση του ανέμου αυτό γενικά δεν ισχύει. Ένα εμπόδιο στη ροή του ανέμου ασφαλώς προκαλεί αλλαγή της διεύθυνσης. Ως προς την ένταση όμως, είναι ενδεχόμενο να προκαλεί ενίσχυση ή ελάττωσή της σε κατάντη περιοχές. Στις συνέπειες της οικοδόμησης ενός νέου κτιρίου σε μια περιοχή θα πρέπει να συμπεριλάβουμε και τους περιορισμούς στη θέα από τα ήδη υπάρχοντα κτίρια - η θέα, ως παράγων ποιότητας του εσωτερικού περιβάλλοντος, αποτελεί βασική παράμετρο περιβαλλοντικού σχεδιασμού. Οι επιπτώσεις στην περιβαλλοντική συμπεριφορά των κτιρίων λόγω της "σκίασης" από κατασκευές στη γειτονία τους μπορεί να κατανοηθούν και από το γεγονός ότι, ενίοτε, παρόμοιες κατασκευές είναι επιθυμητές προκείμενου να προσφέρουν προστασία από αντίστοιχες περιβαλλοντικές επιδράσεις (π.χ. ηλιοπετάσματα, ηχοπετάσματα, ανεμοπετάσματα κλπ).
Οι επιπτώσεις λόγω των "σκιάσεων" είναι γενικά εντονότερες όσο πλησιέστερα βρισκόμαστε στο εμπόδιο που τις δημιουργεί. Παρόλα αυτά, η επίδρασή τους μπορεί να εκτείνεται σε μεγάλες αποστάσεις, ανάλογα με τις συνθήκες. Για παράδειγμα, η σκιά ενός κτιρίου μεγαλώνει όσο ο ήλιος πλησιάζει τον ορίζοντα. Μια περίπτωση που αξίζει ξεχωριστής αναφοράς είναι αυτή της οικοδόμησης ενός κτιρίου σε μεγάλη εγγύτητα ή ακόμη και σε επαφή με ένα άλλο. Η περίπτωση αυτή συνεπάγεται εξάλειψη όλων των περιβαλλοντικών επιδράσεων στο τμήμα του κελύφους που καλύπτεται από το κτίριο σε επαφή. Ειδικότερα, σε αυτό το τμήμα έχουμε μηδενισμό της προσπίπτουσας ηλιακής ακτινοβολίας, μηδενική πίεση ανέμου και απόλυτη προστασία από περιβαλλοντικούς ήχους και παρασυρόμενη βροχή. Ακόμη, στο τμήμα αυτό έχουμε μείωση της θερμικής αγωγιμότητας.
Αντίστροφες συνέπειες στις αλληλεπιδράσεις ενός κτιρίου με το περιβάλλον του έχει η κατεδάφιση ενός γειτονικού του κτιρίου (ή τεχνικού έργου γενικότερα). Στην περίπτωση αυτή έχουμε ακύρωση της "σκίασης" και ανεμπόδιστη επίδραση των περιβαλλοντικών παραγόντων στις εκτεθειμένες πλευρές του κτιρίου. Αν το κατεδαφισθέν κτίριο βρίσκονταν σε επαφή με άλλο, τότε η αποκαλυφθείσα πλευρά του παραμένοντος κτιρίου αποκτά τις ιδιότητες του κελύφους, που ουσιαστικά μέχρι τότε δεν είχε.
Η γειτνίαση δύο κτιρίων συνεπάγεται και αλληλεπιδράσεις που δεν υπάγονται στην κατηγορία της "σκίασης". Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της ακτινοβολίας που ανταλλάσσουν οι απέναντι επιφάνειές τους. Το φαινόμενο αυτό, σε συνδυασμό με το μικρό βαθμό κυκλοφορίας του αέρα στον ενδιάμεσο χώρο, μπορεί να οδηγήσει σε υπερθέρμανσή του. Ανάλογο είναι και το φαινόμενο της αντανάκλασης των ηχητικών κυμάτων στις απέναντι και πάλι επιφάνειές τους. Η γειτνίαση δύο κτιρίων μπορεί να οδηγήσει σε καναλισμό του ανέμου ή σε δημιουργία συνθηκών μειωμένης κυκλοφορίας του στον ενδιάμεσο χώρο, οπότε προκύπτει εκεί ενδεχόμενο συσσώρευσης αέριων ρύπων. Όλα αυτά τα φαινόμενα αντιπροσωπεύουν μεταβολές στα περιβαλλοντικά δεδομένα ενός κτιρίου που προκύπτουν από την οικοδόμηση ενός άλλου κτιρίου (ή άλλου τεχνικού έργου) στη γειτονία του. Αντίστροφα, η κατεδάφιση ενός κτιρίου κοντά σε ένα άλλο συνεπάγεται ακύρωση των προϋποθέσεων για την εμφάνιση αυτών των φαινομένων.
Στην ίδια κατηγορία επακόλουθων περιβαλλοντικών επιδράσεων μπορούμε να εντάξουμε και αυτές που έχουν τα ίδια κτίρια ως πηγές. Τα κτίρια στεγάζουν δραστηριότητες που συνήθως ρυπαίνουν. Η αέρια ρύπανση μεταφέρεται από τον άνεμο και επηρεάζει τα κτίρια στη γειτονία του. Το ίδιο ισχύει και για τους θορύβους που παράγονται μέσα στο κτίριο. Η ρύπανση των νερών και τα στερεά απόβλητα που συνδέονται με τη λειτουργία ενός κτιρίου συνεπάγονται υποβάθμιση του περιβάλλοντός του, που επίσης επηρεάζει τα γειτονικά κτίρια. Στους παράγοντες αυτούς θα μπορούσαμε να προσθέσουμε και τη μείωση της ιδιωτικότητας που συνεπάγεται η στενή γειτονία κτιρίων, γεγονός που οφείλει να απασχολεί τον αρχιτεκτονικό και περιβαλλοντικό σχεδιασμό.
Αλλά δεν είναι μόνο το περιβάλλον που μεταβαλλόμενο επηρεάζει με διαφορετικό τρόπο τα κτίρια. Και τα ίδια τα κτίρια, με τις μεταβολές που υφίστανται, κυρίως στην κατεύθυνση της φθοράς εξαιτίας του χρόνου, δέχονται και αφομοιώνουν τις περιβαλλοντικές επιδράσεις με διαφορετικό τρόπο. Οι μεταβολές αυτές περιλαμβάνουν φθορές στα στοιχεία του κελύφους (π.χ. κουφώματα), υποβάθμιση των ιδιοτήτων των δομικών και μονωτικών υλικών, φθορές και βλάβες στα συστήματα διαχείρισης περιβαλλοντικών επιδράσεων κ.α. Ακόμη και η αλλαγή του χρώματος ή η ρύπανση των εξωτερικών επιφανειών των κτιρίων αποτελούν αιτίες αλλαγής της περιβαλλοντικής συμπεριφοράς του.
ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΜΕΤΑΒΟΛΩΝ ΣΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
ΣΤΟΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟ ΚΤΙΡΙΩΝ
Οι δυνατότητες πρόβλεψης των μεταβολών στο περιβάλλον, δεδομένης της ποικιλίας και της πολυπλοκότητας των παραγόντων που τις προκαλούν, είναι περιορισμένες. Η "ανάλυση ακραίων τιμών" (extreme value analysis) είναι σε θέση να δώσει μια εκτίμηση της στατιστικής πιθανότητας για ένα φυσικό μέγεθος να υπερβεί μια συγκεκριμένη τιμή μέσα σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Οι μέθοδος αυτή εφαρμόζεται σε κλιμακούμενης έντασης φυσικά φαινόμενα, που συνήθως αντιπροσωπεύουν φυσικές καταστροφές (σεισμός, πλημμύρα κλπ), προκειμένου να διαστασιολογηθούν τεχνικά έργα ώστε να αντεπεξέλθουν στις συνεπαγόμενες φορτίσεις τους. Προκειμένου όμως για ανθρωπογενείς μεταβολές που επηρεάζουν την περιβαλλοντική συμπεριφορά των κτιρίων, δεν υπάρχουν αξιόπιστες μέθοδοι πρόβλεψής τους. Για κάποιες από αυτές, η πιθανολόγησή τους μπορεί να γίνει εμπειρικά. Για παράδειγμα, σε μία περιοχή με υψηλό ρυθμό δόμησης είναι πολύ πιθανό ότι ένα ελεύθερο οικόπεδο κάποια στιγμή θα οικοδομηθεί. Κάποιες βρίσκονται ήδη σε στάδιο μελέτης ή προγραμματισμού, όποτε η υλοποίησή τους μπορεί να θεωρηθεί ως επικείμενη. Κάποιες άλλες θα μπορούσαν ίσως να αποκλειστούν εκ των πραγμάτων. Για παράδειγμα, είναι απίθανο να οικοδομηθεί κτίριο σε θέση που από τη νομοθεσία απαγορεύεται η δόμηση (π.χ. δρόμος, πλατεία). Γενικώς, θα μπορούσαμε να δεχθούμε ότι για κάθε περιοχή υπάρχουν κάποιες ενδείξεις ή υποψίες που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως οδηγός για πιθανολόγηση μελλοντικών εξελίξεων στο ανθρωπογενές περιβάλλον της. Βέβαια, αυτή η πιθανολόγηση εξασθενεί όσο απομακρυνόμαστε χρονικά στο μέλλον.
Πέρα όμως από τη δυσκολία να προβλεφθούν οι μεταβολές στο περιβάλλον, ακόμη και στην περίπτωση προβλέψιμων η πιθανολογούμενων μεταβολών, δεν είναι εύκολο να αποτιμηθούν οι ακριβείς μεταβολές στην περιβαλλοντική συμπεριφορά των κτιρίων που επηρεάζονται. Για παράδειγμα, η οικοδόμηση ενός κτιρίου είναι σε γενικές γραμμές προβλέψιμο πώς θα επηρεάσει την άμεση ηλιακή ακτινοβολία στην περιοχή. Είναι όμως εξαιρετικά δύσκολο να προσδιοριστεί πώς θα επιδράσει στη διαμόρφωση του πεδίου των ανεμοπιέσεων στο κέλυφος ενός παρακείμενου κτιρίου και πώς θα επηρεαστούν επακόλουθα οι συνθήκες φυσικού αερισμού στο εσωτερικό του.
Ο ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΚΤΙΡΙΩΝ ΥΠΟ ΤΟ ΠΡΙΣΜΑ ΤΩΝ ΜΕΤΑΒΟΛΛΩΝ ΣΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
Η πληθώρα και η ποικιλία των περιπτώσεων μεταβολής των δεδομένων που προσδιορίζουν τις αλληλεπιδράσεις ενός κτιρίου με το περιβάλλον του ουσιαστικά αμφισβητούν μεγάλο μέρος του περιβαλλοντικού σχεδιασμού, και πάντως υποβαθμίζουν την αξία του. Ένα κτίριο σχεδιασμένο να συμπεριφέρεται με ένα ορισμένο τρόπο έναντι του περιβάλλοντός του μπορεί να καταλήξει σε σύντομο χρόνο να συμπεριφέρεται διαφορετικά εξ αιτίας του ότι το περιβάλλον έχει αλλάξει. Οι μεταβολές αυτές δεν επηρεάζουν ισοδύναμα όλες τις διαστάσεις του περιβαλλοντικού σχεδιασμού ενός κτιρίου. Είναι ενδεχόμενο για παράδειγμα να επηρεάζεται η έκθεσή του στον εξωτερικό θόρυβο και όχι η έκθεσή του στην ηλιακή ακτινοβολία. Επίσης, δεν επηρεάζουν ισοδύναμα όλες τις πλευρές και όλες τις περιοχές του κτιρίου.
Δεδομένης της πραγματικότητας αυτής, είναι ενδιαφέρον να διερευνήσουμε τις δυνατότητες αντιμετώπισης των συνεπειών της.
Μια ομάδα σχετικών επιλογών αφορά την ενσωμάτωση στον περιβαλλοντικό σχεδιασμό παραμέτρων που λαμβάνουν υπόψη τις μελλοντικές μεταβολές στο περιβάλλον του υπό μελέτη κτιρίου.
Στην κατεύθυνση αυτή, η ανάλυση ακραίων τιμών μπορεί να δώσει χρήσιμα στοιχεία για πλευρές του περιβαλλοντικού σχεδιασμού κτιρίων που αφορούν στατιστικά επεξεργάσιμες επιδράσεις (π.χ. αντισεισμικότητα, διαμόρφωση κλίσεων στέγης για απομάκρυνση χιονιού κλπ).
Προκειμένου για εμπειρικά πιθανολογούμενες μεταβολές, θα ήταν χρήσιμο αυτές να αξιολογούνται και να καταγράφονται συστηματικά, παράλληλα με την καταγραφή των περιβαλλοντικών δεδομένων στη θέση του υπό μελέτη κτιρίου. Η καταγραφή τους, προκειμένου για επιδράσεις που ασκούνται σε σταθερή κατεύθυνση, θα μπορούσε να περιλαμβάνει και πλευρές ή περιοχές του υπό μελέτη κτιρίου που επηρεάζονται. Τα πορίσματα της καταγραφής είναι ενδεχόμενο ότι θα σχηματοποιούν ένα πλαίσιο αλληλεπιδράσεων του υπό μελέτη κτιρίου με το περιβάλλον του διαφορετικό από αυτό που παρουσιάζει η συνήθης αποτύπωση της "υπάρχουσας κατάστασης". Στο μέτρο όμως που προσεγγίζει ρεαλιστικότερα τις συνθήκες στις οποίες θα λειτουργεί το κτίριο, είναι πολλαπλά χρήσιμο στο σχεδιασμό του. Μία προφανής χρησιμότητά του είναι να υποδείξει περιβαλλοντικές επιδράσεις καθώς, ενδεχομένως, και πλευρές ή περιοχές του κτιρίου όπου θα ενθαρρύνονται ή θα αποθαρρύνονται οι υποδομές διαχείρισης αυτών των επιδράσεων, ανάλογα με το πρόσημο των προβλεπόμενων μεταβολών τους. Για παράδειγμα, είναι λογικό να αποφεύγονται τα συστήματα ηλιακού οφέλους (π.χ. τοιχοποιίες Trombe) σε θέσεις που υπάρχει πιθανότητα να σκιαστούν από ένα κτίριο που πρόκειται να ανεγερθεί. Επίσης, είναι λογικό να προνοούνται μέτρα αυξημένης ηχοπροστασίας σε πλευρές στις οποίες προβλέπεται να εγκατασταθούν θορυβώδεις δραστηριότητες.
Ανεξάρτητα από συγκεκριμένες πιθανολογούμενες μεταβολές στο περιβάλλον ενός κτιρίου, είναι σκόπιμο, στα πλαίσια του περιβαλλοντικού σχεδιασμού του, να προβλεφθούν και μέτρα που θα προσαρμόζουν τη συμπεριφορά του σε ευρύ φάσμα μεταβολών στο περιβάλλον του. Αναφερόμαστε κυρίως σε μέτρα που το κόστος εφαρμογής τους στο στάδιο κατασκευής του κτιρίου είναι σχετικά χαμηλό και πολλαπλασιάζεται αν αυτή χρειαστεί να γίνει σε επόμενο στάδιο. Για παράδειγμα, η ενίσχυση της θερμομόνωσης του κελύφους που θα καλύπτει και μελλοντικές αυξήσεις των απωλειών από αυτό είναι σαφώς προτιμότερο να γίνει στο στάδιο της κατασκευής. Ομοίως, η υγρομόνωση του υπογείου είναι προτιμότερο να γίνει στο στάδιο κατασκευής του κτιρίου, ανεξάρτητα αν έχουν εντοπιστεί υπόγεια νερά, παρά να προκύψει ως ανάγκη σε επόμενο στάδιο, λόγω ανύψωσης της στάθμης του υδάτινου ορίζοντα στην περιοχή.
Σημαντική συμβολή στην εποικοδομητική αντιμετώπιση του προβλήματος επηρεασμού της περιβαλλοντικής συμπεριφοράς κτιρίων από τις αλλαγές στο περιβάλλον τους μπορεί να προσφέρει η κατάλληλη, σχετική νομοθεσία. Στις οργανωμένες κοινωνίες ισχύουν κανόνες που έχουν στόχο να περιορίσουν τις αρνητικές επιδράσεις κάθε είδους έργων στο περιβάλλον τους. Παρόμοιοι κανόνες συχνά θέτουν περιορισμούς σε κατασκευές ή χρήσεις γης ασύμβατες με περιβαλλοντικά κριτήρια που εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον. Το δικαίωμα στο φως λόγου χάριν ισχύει από τη ρωμαϊκή εποχή. Αντίστοιχοι περιορισμοί είναι επί πλέον χρήσιμοι για να εξασφαλίσουν ότι οι ιδιοκτήτες γης και οι σχεδιαστές - κατασκευαστές αντιμετωπίζουν σωστά την κοινωνική τους ευθύνη. Δυστυχώς, η σχετική νομοθεσία, προκειμένου να είναι απλή ώστε να είναι και εφαρμόσιμη, καταλήγει συχνά να είναι επιστημονικά ατελής. Έτσι, εμφανίζεται μια απόκλιση μεταξύ του νομικά αποδεκτού και του περιβαλλοντικά επιθυμητού. Οι πιέσεις στη γη για παράδειγμα, εκμεταλλευόμενες αυτές τις αποκλίσεις, συχνά οδηγούν στην υιοθέτηση των ελάχιστων νομικά αποδεκτών περιβαλλοντικών στάνταρ. Παρά ταύτα, ακόμη και οι απλοί κανόνες είναι κεφαλαιώδους σημασίας στο μέτρο που προσδιορίζουν το εύρος των αποδεκτών επιδράσεων των νέων κατασκευών και, μέσω αυτών, των συνθηκών που θα προκύψουν. Δυστυχώς, οι κανόνες που καθορίζουν τις συνθήκες στον αστικό χώρο καθιερώθηκαν σε εποχές που τα αστικά περιβαλλοντικά προβλήματα ήταν ελλιπώς κατανοητά. Ως εκ τούτου, πολλοί από αυτούς χρειάζονται αναθεώρηση. Χαρακτηριστικά, οι σύγχρονες θεωρήσεις, με βάση περιβαλλοντικούς όρους, για τις συνθήκες άνεσης και υγιεινής θα πρέπει να αντικαταστήσουν τις παλαιότερες, του 19ου αιώνα, που βασίζονται σε απόψεις της ιατρικής μόνο.
Αλλά και πέρα από τη νομοθεσία, ο σχεδιασμός ενός κτιρίου (ή τεχνικού έργου γενικότερα) συχνά αφήνει περιθώρια διαχείρισης των μεταβολών στο περιβάλλον που προκαλεί η κατασκευή του και των επιδράσεων που αυτές συνεπάγονται στα κτίρια στην περιφέρειά του. Έτσι, στα πλαίσια διερεύνησης εναλλακτικών λύσεων είναι δυνατό και σκόπιμο να εντοπιστούν και να πριμοδοτηθούν αυτές που συνεπάγονται μικρότερη επιβάρυνση του περιβάλλοντος και μικρότερες συνέπειες στην περιβαλλοντική συμπεριφορά των κτιρίων που υπάρχει πιθανότητα να επηρεαστούν. Ως παραδείγματα μπορούμε να αναφέρουμε επιλογές που αφορούν την ογκοπλασία του υπό μελέτη κτιρίου, τον προσανατολισμό και τη διαμόρφωση των εξωτερικών επιφανειών του, τη χωροθέτηση των ανοιγμάτων απαγωγής του αέρα κλπ. Επίσης, είναι σκόπιμο η κατασκευή ενός τεχνικού έργου να συνοδεύεται με συμπληρωματικά έργα προστασίας του περιβάλλοντος και περιορισμού των ενοχλήσεων που αυτό προκαλεί τόσο στο στάδιο της κατασκευής του όσο και στο στάδιο της λειτουργίας του. Η υπόδειξη αυτή έχει μεγαλύτερη σημασία προκειμένου για περιβαλλοντικούς παράγοντες που στα σύγχρονα αστικά περιβάλλοντα έχουν υποστεί σοβαρή υποβάθμιση. Στην κατηγορία αυτή μπορεί να υπαχθούν έργα και μέτρα ηχοπροστασίας, περιορισμού της ρύπανσης κλπ.
Μολονότι σε κάθε μορφή σχεδιασμού μπορούν να εντοπιστούν περιπτώσεις που τα δεδομένα του διαφοροποιούνται στο χρόνο, στον περιβαλλοντικό σχεδιασμό παρόμοια συμπτώματα εμφανίζονται συχνότερα, πιο έντονα και αφορούν περισσότερες πλευρές του. Σε σύγκριση δηλαδή με τις άλλες μορφές σχεδιασμού, φαίνεται ότι η σχέση του περιβαλλοντικού σχεδιασμού με το χρόνου είναι πιο δυναμική. Ένα απλό παράδειγμα προς επιβεβαίωση αυτής της άποψης είναι η πρόβλεψη δένδρων για ηλιοπροστασία, ηχοπροστασία, ανεμοπροστασία κλπ. Το μέτρο αυτό χρειάζεται αρκετό χρόνο (συχνά χρόνια) για να υλοποιηθεί και να αποδώσει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Άλλο παράδειγμα αντιπροσωπεύει η αβεβαιότητα ως προς το αποτέλεσμα που χαρακτηρίζει πολλές από τις επιλογές του. Μολονότι τα μαθηματικά μοντέλα εξομοίωσης αποτελούν πολύτιμα εργαλεία πρόγνωσης της περιβαλλοντικής συμπεριφοράς ενός υπό μελέτη κτιρίου, συχνά χρειάζεται αρκετός χρόνος μετά την κατασκευή του για να επαληθευτούν (ή να διαψευστούν) οι σχετικές επιλογές.
Μεταξύ των περιπτώσεων που παραπέμπουν σε συσχέτιση του περιβαλλοντικού σχεδιασμού με το χρόνο, σημαντική θέση έχουν και οι αλλαγές στην αλληλεπίδραση των κτιρίων με το περιβάλλον που προκύπτουν ως συνέπεια των αλλαγών στο περιβάλλον, αλλά και στα ίδια τα κτίρια εξ αιτίας της γήρανσης των δομικών και μονωτικών υλικών τους.
Όσον αφορά τη διαχείριση αυτών των επιπτώσεων, προτείνεται ότι: (α) η ανάλυση ακραίων τιμών, προκειμένου για επιπτώσεις που προκύπτουν από κλιμακούμενης έντασης φυσικά φαινόμενα, σε συνδυασμό με (β) την εμπειρική πρόβλεψη ή πιθανολόγηση των διαζευκτικού ή ποιοτικού χαρακτήρα επιπτώσεων από ανάλογα φαινόμενα, θα μπορούσαν να βελτιώσουν το σχεδιασμό με το να προσαρμόσουν τα δεδομένα του σε πιο ρεαλιστικά για τη συμπεριφορά του υπό μελέτη κτιρίου πλαίσια. Επί πλέον, χρήσιμες θα μπορούσε να είναι: (γ) η διεύρυνση των αντοχών σε περιβαλλοντικές επιδράσεις των προτεινόμενων, στα πλαίσια της μελέτης, μέτρων καθώς και (δ) η συμπλήρωση του σχετικού νομικού πλαισίου αλλά και (ε) η αυτόβουλη ενσωμάτωση στον περιβαλλοντικό σχεδιασμό των τεχνικών έργων, μέτρων που περιορίζουν τις επιδράσεις τους στο περιβάλλον τους και τα ήδη υπάρχοντα σε αυτό κτίρια.
Νίκος Παπαμανώλης
Αν. Καθηγητής Τμήματος
Αρχιτεκτόνων Πολυτεχνείου Κρήτης
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Committee on Global Change Research, National Research Council, Global Environmental Change: Research Pathways for the Next Decade. The National Academies Press, 1999.
Munn R. E., Encyclopedia of global environmental change, Volume 1, Wiley, 2002
Κοσμόπουλος, Πάνος Ι., Περιβαλλοντικός σχεδιασμός, UNIVERSITY STUDIO PRESS, 2007.
Κοσμόπουλος, Πάνος Ι., Κτίρια, ενέργεια και περιβάλλον, UNIVERSITY STUDIO PRESS, 2008.
Landsberg H.E., The Urban Climate, Academic Press, London, 1981.
http://www.epa.gov/climatechange/
http://ec.europa.eu/environment/climat/home_en.htm