ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ Φ/Β ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΕΝ 62446 vs ISO 9001 vs ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
Αυτό που έχει σημασία είναι η αποσαφήνιση της διαφοράς της πιστοποίησης ενός προϊόντος ή μίας υπηρεσίας από την πιστοποίηση του διαχειριστικού συστήματος που χρησιμοποιεί μία επιχείρηση για να τα παράγει.
Εξειδικεύοντας το παράδειγμα στην περίπτωση των διασυνδεδεμένων Φ/Β εγκαταστάσεων, πολλές φορές γίνεται λόγος εάν η πιστοποίηση μίας κατασκευαστικής εταιρείας (EPC) κατά ISO 9001 είναι η ικανή και αναγκαία ποσότητα που οδηγεί μονοσήμαντα στην ορθή κατασκευή Φ/Β εγκαταστάσεων.
Πρέπει να καταστεί σαφές ότι η πιστοποίηση κατά ISO 9001 αναφέρεται στην επιχείρηση και όχι στις ελάχιστες τεχνικές παραμέτρους του παραγωγικού αποτελέσματος της επιχείρησης, ήτοι εν προκειμένω την Φ/Β εγκατάσταση. Η ανάγκη αυτή καθορίζει και τον τρόπο πιστοποίησης από τον αντίστοιχο φορέα τρίτου μέρους, ο οποίος πραγματοποιείται στις εγκαταστάσεις του EPC, χωρίς μετρητικό εξοπλισμό.
Αντιθέτως, η πιστοποίηση κατά ΕΝ 62446 αναφέρεται στην ίδια την Φ/Β εγκατάσταση, χωρίς να εξετάζει την επάρκεια του φορέα υλοποίησης του έργου. Επομένως σε αυτή την περίπτωση, κάποιος ανεξάρτητος φορέας τρίτου μέρους αναλαμβάνει να εξετάσει κατά πόσο μία συγκεκριμένη, και μόνον, Φ/Β εγκατάσταση είναι σύμφωνη με το κανονιστικό κείμενο (πρότυπο) που ορίζει, σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, τις ελάχιστες απαιτούμενες τεχνικές απαιτήσεις σε επίπεδο τεκμηρίωσης, επιθεώρησης, σήμανσης και ηλεκτρικών δοκιμών. Για αυτόν τον λόγο ο ανεξάρτητος φορέας τρίτου μέρους μεταβαίνει στην τοποθεσία της Φ/Β εγκατάστασης, με σκοπό να διενεργήσει επιθεώρηση και ηλεκτρικές δοκιμές, με συγκεκριμένο και προκαθορισμένο εξοπλισμό.
Συνεπεία των παραπάνω, σε καμία περίπτωση η πιστοποίηση ενός EPC κατά ISO 9001 δεν συνεπάγεται την πιστοποιημένη Φ/Β εγκατάσταση, ούτε εγγυάται μονοσήμαντα την επιβεβαίωση ότι τηρούνται οι ελάχιστες απαιτούμενες τεχνικές προδιαγραφές. Πολύ περισσότερο, το ISO 9001 δεν είναι κατάλληλο για να καθορίσει τον τρόπο διενέργειας περιοδικών επανελέγχων και ηλεκτρικών μετρήσεων.
Κάνοντας χρήση ενός απλουστευμένου ισοδύναμου παραδείγματος, είναι σαν κάποιος να ενδιαφέρεται να πάει διακοπές σε ένα ξενοδοχείο πιστοποιημένο κατά ISO 9001, αδιαφορώντας για τα αστέρια. Είναι προφανές ότι ένα ξενοδοχείο 5 αστέρων ενδέχεται να έχει πιστοποίηση κατά ISO 9001, όμως σε καμία περίπτωση ένα ξενοδοχείο πιστοποιημένο κατά ISO 9001 δεν σημαίνει ότι είναι 5 αστέρων. Και σε αυτή την περίπτωση τα αστέρια αναφέρονται στις ελάχιστες τεχνικές απαιτήσεις που ορίζουν τις υπηρεσίες καταλύματος και παρέχονται με τρόπο διαφορετικό από αυτόν που παρέχεται η πιστοποίηση κατά ISO 9001.
Γιατί το ISO 9001 δεν μειώνει τον κίνδυνο σε Φ/Β εγκαταστάσεις αποτελεσματικά
Συχνά παρατηρείται ότι ενώ η αφετηρία και η στόχευση παραμένουν ορθές, η επιλογή του κατάλληλου μέσου είναι ανεπαρκής. Με άλλα λόγια, είναι σαφές ότι όλοι οι ενδιαφερόμενοι αποσκοπούν στην επένδυση με τον μέγιστο βαθμό απόδοσης. Επαγωγικά, αναγνωρίζουν ότι απαιτείται ένας τρόπος ώστε να μειώσουν όσο το δυνατόν περισσότερο τον κίνδυνο. Προς τούτο αναζητούν κάποιο εχέγγυο.
Όπως φάνηκε από την παραπάνω ανάλυση, δεν είναι δυνατόν η πιστοποίηση κατά ISO 9001 να οδηγήσει μονοσήμαντα σε μείωση της έκθεσης σε κίνδυνο και συνεπώς η χρήση μίας τέτοιας πιστοποίησης δεν δύναται να λειτουργήσει ως εχέγγυο, καθώς δεν υφίσταται ούτε a priory, ούτε de facto, ούτε de jure σύνδεση μεταξύ της ηλεκτρολογικής εγκατάστασης και του ISO 9001. Επίσης, διαβάζοντας κάποιος το πρότυπο ISO 9001 είναι προφανές ότι δεν υπάρχει ουδεμία αναφορά σε τεχνικές λεπτομέρειες Φ/Β εγκαταστάσεων.
Ωστόσο, γίνεται αντιληπτό ότι, τελικώς, ο ενδιαφερόμενος θέλει να γευτεί μία μείωση της επικινδυνότητας, τουλάχιστον κατά μία τάξη μεγέθους. Στην προσπάθεια αυτή χρησιμοποιεί, ορθώς καταρχήν, το επιχείρημα ότι καλύτερα κάποιος που έχει μία όποια πιστοποίηση, παρά κάποιος που δεν έχει καμία, παρόλο που τελικώς δεν είναι αυτό το βέλτιστο εργαλείο. Όμως, μονόδρομος για την μείωση της έκθεσης σε κίνδυνο είναι η χρήση ενός εξειδικευμένου ανεξάρτητου φορέα ελέγχου 3ου μέρους.
Βασιζόμενοι στην θεωρία των πιθανοτήτων και στην καθημερινή πρακτική, είναι προφανές ότι κατά την ρίψη ζαριών είναι πολλαπλώς πιο δύσκολο κάποιος να «φέρει» εξάρες, παρά να «φέρει» 6. Και ο λόγος είναι ότι τα δύο ζάρια είναι ανεξάρτητα μεταξύ τους. Επομένως, για να φέρει κάποιος 6 η πιθανότητα είναι 16,67%, ενώ για να φέρει εξάρες μόλις 2,78%, ήτοι μία τάξη μεγέθους.
Αντιστοίχως, είναι πολλαπλώς πιο δύσκολο δύο ανεξάρτητοι άνθρωποι να οδηγηθούν σε λάθος υλοποίηση μίας τεχνικής κατασκευής, παρά ένας μόνος του. Αυτή είναι και η βασική αρχή που σχετίζεται με την χρησιμότητα του ελέγχου από εξειδικευμένο ανεξάρτητο φορέα 3ου μέρους, οι οποίοι χρησιμοποιούνται στην συντριπτική πλειοψηφία των βιομηχανικών προϊόντων και εγκαταστάσεων.
Ευρήματα ελέγχου AML
Πρόσφατα στοιχεία του AML παρουσιάζονται στο παρακάτω διάγραμμα:
Σύμφωνα με το παραπάνω διάγραμμα, μόλις το 13% (σε όρους ισχύος) των ολοκληρωμένων εγκαταστάσεων κρίνεται σύμφωνο με το πρότυπο ΕΝ 62446. Πρέπει να σημειωθεί ότι οι ανεπιτυχείς έλεγχοι στην πλειοψηφία τους αφορούν σε εγκαταστάσεις οι οποίες πραγματοποιήθηκαν από αναγνωρισμένους EPC & Contractors, οι περισσότεροι εκ των οποίων με πιστοποίηση ISO 9001.
Επίσης, μέρος των μη συμμορφούμενων Φ/Β εγκαταστάσεων οδηγήθηκαν σε ολική υποβάθμιση και ουσιαστικώς χρίζουν μεγάλων αλλαγών.
Συμβατικός Κίνδυνος
Ένα πρόσθετο σημείο είναι ότι η Ελληνική νομοθεσία αφήνει σημαντικά γκρίζα σημεία, τα οποία αφήνουν όλα τα εμπλεκόμενα μέρη ακάλυπτα. Προς απόδειξη τούτου, χρησιμοποιείται το ακόλουθο παράδειγμα. Έστω λοιπόν έργο όπου στην σχετική σύμβαση μεταξύ Εργοδότη και Εργολάβου υπάρχει, κατά την συνήθη πρακτική, άρθρο στο οποίο ορίζεται ότι σε περίπτωση διαφωνίας, η οποία δεν μπορεί να λυθεί στα πλαίσια της καλής πίστης, αρμόδια είναι τα Ελληνικά δικαστήρια.
Σύμφωνα με την Ελληνική Νομοθεσία, το πρότυπο για εγκαταστάσεις χαμηλής τάσης είναι το HD 384. Ωστόσο, στο πρότυπο αυτό δεν γίνεται συγκεκριμένη αναφορά για τις ειδικές προδιαγραφές λειτουργίας των Φ/Β εγκαταστάσεων. Επί παραδείγματι, στα Φ/Β πλαίσια η τάση και ένταση του κυκλώματος εξαρτάται από την ένταση της ηλιακής ακτινοβολίας και την θερμοκρασία. Επίσης, η τάση και η ένταση λειτουργίας είναι διαφορετική από την ένταση βραχυκυκλώματος και τάση ανοικτοκυκλώματος αντιστοίχως.
Είναι κατ’ επέκταση αμφίσημη η ορθή επιλογή της καλωδίωσης στο DC, αφού δεν μπορεί να προσδιοριστούν με μοναδικό τρόπο εκ του HD 384 τα ηλεκτρολογικά στοιχεία των κυκλωμάτων.
Επομένως, είναι πιθανή η επιλογή καλωδίωσης, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε σοβαρές αστοχίες, όπως λ.χ. φωτιά, χωρίς ο σχεδιαστής να είναι έκνομος. Συνεπεία τούτου, είναι προφανές καμία Δικαστική Αρχή δεν θα μπορούσε να τελεσιδικήσει ορίζοντας υπεύθυνο για την αστοχία. Αντιθέτως, με την χρήση εξειδικευμένου ανεξάρτητου φορέα 3ου μέρους και την εφαρμογή του προτύπου ΕΝ 62446, μία τέτοια περίπτωση θα είχε εξαλείφει ήδη από το στάδιο της κατασκευής.
Από τα παραπάνω φαίνεται ότι ούτε η πιστοποίηση κατά ISO 9001 ούτε η Ελληνική νομοθεσία δύνανται να καλύψουν πλήρως συγκεκριμένες , ώστε να μειωθεί επαρκώς ο κίνδυνος στις Φ/Β εγκαταστάσεις. Όπως σε κάθε βιομηχανικό κλάδο, έτσι και στα Φ/Β, η χρήση εξειδικευμένου ανεξάρτητου φορέα 3ου μέρους είναι η καθ’ ύλην πρακτική για την εξασφάλιση και μακροβιότητας της επένδυσης.