Μ. Καραγιάννη: Οι υδρογονάνθρακες, η ΑΟΖ και τα διπλωματικά «χαρτιά» της Ελλάδας
Η Δρ. Μαρίκα Καραγιάννη, ειδική επιστήμονας για την ενέργεια (Τμήμα ΠΕΔΙΣ- Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου) αναλύει σε συνέντευξη που παραχωρεί στο insider.gr το ρόλο του ενεργειακού παράγοντα στις διεθνείς γεωπολιτικές εξελίξεις, ενώ αναφέρεται στην κατάσταση της Ελλάδας εν μέσω της τουρκικής προκλητικότητας, στις δυνατότητες καθορισμού ΑΟΖ και στις προοπτικές εκμετάλλευσης του ορυκτού πλούτου και των ενεργειακών έργων υποδομής.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης:
Το βιβλίο που γράψατε με τον Δρ. Ανδρέα Στεργίου «Does energy cause ethnic war?» είναι μάλλον πιο επίκαιρο από ποτέ αν λάβει κανείς υπ' όψιν την ένταση στην Ανατολική Μεσόγειο, τα ενεργειακά έργα που βρίσκονται σε φάση σχεδιασμού ή υλοποίησης και τις έρευνες για υδρογονάνθρακες. Μιλάτε για τη σύνδεση της ενέργειας με τους πολέμους της σύγχρονης ιστορίας. Η ενέργεια είναι τελικά δίκοπο μαχαίρι για τους λαούς που έχουν πλουτοπαραγωγικές πηγές;
Η εμπειρία δείχνει ότι οι περιοχές με πλουτοπαραγωγικές πηγές και ιδιαίτερα με υδρογονάνθρακες συγκεντρώνουν το διεθνές ενδιαφέρον- πολιτικό, οικονομικό και επενδυτικό- και ως εκ τούτου οι Μεγάλες Δυνάμεις παραδοσιακά προσπαθούν να ελέγξουν πολιτικά τις χώρες αυτές, είτε με διπλωματικά μέσα είτε με στρατιωτική επιβολή, προκειμένου σε δεύτερο στάδιο να επιτύχουν επωφελή μακροχρόνια συμβόλαια έρευνας και εξόρυξης υδρογονανθράκων για τις εταιρείες τους. Οι δύο πόλεμοι του Κόλπου έγιναν για τα πετρέλαια του Ιράκ και του Κουβέιτ. Ό,τι γίνεται και σήμερα στη Λιβύη απώτερο στόχο έχει την είσοδο με προνομιακούς όρους των ξένων εταιρειών και την ανάληψη εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων, άρα και του ελέγχου των εξαγωγών πετρελαίου της Λιβύης, για διάστημα τουλάχιστον 25 (και πλέον) ετών. Τα ίδια ισχύουν και σε ό,τι αφορά την τουρκική προκλητικότητα στην Κυπριακή ΑΟΖ. Η Τουρκία δεν μπορεί να αποδεχτεί το γεγονός ότι δεν θα έχει μερίδιο στην εκμετάλλευση των κοιτασμάτων.
Πώς «κουμπώνουν» οι διαπιστώσεις του βιβλίου σχετικά με την επισφάλεια της ειρήνης με αφορμή τις ενεργειακές διεκδικήσεις με την ελληνική πραγματικότητα;
Η διεκδίκηση και η προβολή θέσεων μέσω της διπλωματικής οδού είναι ένα πράγμα και η παράνομη αποστολή πλοίων για σεισμικές έρευνες και γεωτρυπάνων σε ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδες άλλων χωρών είναι κάτι τελείως διαφορετικό. Είναι σαφές, και η ελληνική κυβέρνηση το έχει καταστήσει ξεκάθαρο προς όλες τις κατευθύνσεις, ότι σε περίπτωση που έχουμε παραβίαση ελληνικής υφαλοκρηπίδας και ελληνικών χωρικών υδάτων με σκοπό σεισμικές έρευνες ή άλλου τέτοιου είδους δραστηριότητες, η Ελλάδα θα δώσει την κατάλληλη απάντηση. Πάντως, όπως καταλήγουμε και στο βιβλίο, το οποίο εκδόθηκε στο Λονδίνο από τον εκδοτικό οίκο Cambridge Publishing Scholars, τόσο στην Ανατολική Μεσόγειο όσο και στην Κασπία, διαχρονικά και παρ'όλες τις σοβούσες εντάσεις και διμερείς διενέξεις, τόσο για την πραγματοποίηση μιας επένδυσης στο upstream όσο και για την κατασκευή ή μη μεγάλων έργων ενεργειακών υποδομών, τον τελευταίο λόγο έχουν οι εταιρείες και η αγορά. Οι επενδύσεις αυτές και τα έργα αυτά υλοποιούνται όταν η αγορά το κρίνει σκόπιμο. Για του λόγου το αληθές: παρά τα όσα εξόφθαλμα και παράνομα κάνει η Τουρκία στην Κυπριακή ΑΟΖ, το ενεργειακό πρόγραμμα της Κυπριακής Δημοκρατίας συνεχίζεται αδιαλείπτως. Καμία από τις μεγάλες επενδύτριες εταιρείες δεν έχει φύγει και πρόσφατα ανακοινώθηκε το πρόγραμμα των επόμενων γεωτρήσεων για το τρέχον έτος.
Μπορεί η Ελλάδα να χρησιμοποιήσει με κάποιο τρόπο την ενδεχόμενη αναβάθμισή της ως διαμετακομιστικού κόμβου φυσικού αερίου ως διπλωματικό «χαρτί»;
Γεωπολιτική και ενέργεια πάνε μαζί. Οπωσδήποτε η διέλευση του Νοτίου Διαδρόμου από τη χώρα μας, η αναβάθμιση της Ρεβυθούσας, η κατασκευή του FSRU στην Αλεξανδρούπολη, η υλοποίηση και του Κάθετου Διαδρόμου προς Βουλγαρία και Ρουμανία σε συνδυασμό και με τις διασυνδέσεις ηλεκτρικής ενέργειας αναβαθμίζουν το γεωστρατηγικό ρόλο της χώρας στον Ευρωπαϊκό και Μεσογειακό ενεργειακό χάρτη. Η διπλωματία της ενέργειας αποτελεί ένα από τα εργαλεία άσκησης της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής με επιτυχή αποτελέσματα, τα οποία είναι ορατά εντός της Ε.Ε.
Έχετε αναλύσει πολλές φορές το θέμα των υδρογονανθράκων (έχετε γράψει και βιβλίο για τα συμβόλαια εκμετάλλευσης υποθαλάσσιων κοιτασμάτων). Θεωρείτε ότι η Ελλάδα θα μπορούσε μέσω νομικών (και νόμιμων) ελιγμών να διασφαλίσει την απρόσκοπτη έναρξη/συνέχιση των ερευνών σε περιοχές οι οποίες τείνουν να αμφισβητηθούν από Τουρκία και Λιβύη;
Το 2014 η Ελληνική Κυβέρνηση δημοσιοποίησε το χάρτη με τα 20 θαλάσσια τεμάχια σε ολόκληρη την υποθαλάσσια περιοχή εκτεινόμενη από Βόρεια Κέρκυρα μέχρι Ανατολική Κρήτη. Ο χάρτης αυτός μαζί με τις συντεταγμένες έχει κατατεθεί στην αρμόδια επιτροπή του Ο.Η.Ε. ενώ ο διαγωνισμός που προκηρύχθηκε δημοσιεύτηκε, όπως προβλέπεται, στην επίσημη εφημερίδα της Ε.Ε. Όλα αυτά αποτελούν κατοχύρωση των νόμιμων κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας. Δε χρειάζονται ελιγμοί. Η Ελληνική Κυβέρνηση- και εννοώ όλες οι κυβερνήσεις- κινούνται με βάση το Διεθνές Δίκαιο και το Δίκαιο Θάλασσας. Χρειάζονται αποφασιστικά βήματα προς τα εμπρός.
Οι έρευνες συνδέονται και με την ΑΟΖ. Ως ακαδημαϊκός και δεδομένου ότι έχετε μια σφαιρική εικόνα κάθε «ιστορίας που επαναλαμβάνεται», θεωρείτε ότι θα μπορούσαν να γίνουν συγκεκριμένες κινήσεις προκειμένου η Ελλάδα να βγει από το αδιέξοδο της ενδεχόμενης εκμετάλλευσης του ορυκτού της πλούτου;
Το κρίσιμο θέμα για τη χώρα μας είναι η υφαλοκρηπίδα και κατά δεύτερο λόγο η ΑΟΖ. Η ελληνική υφαλοκρηπίδα είναι καθορισμένη και όποιος θέλει να την αμφισβητήσει με νομικά επιχειρήματα, μπορεί να καταφύγει στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Τώρα, σε ό,τι αφορά την ΑΟΖ: το 2009 η τότε ελληνική κυβέρνηση είχε υπογράψει συμφωνία με την αλβανική κυβέρνηση για καθορισμό θαλασσίων ζωνών Ελλάδας- Αλβανίας, η οποία δυστυχώς εξέπεσε στο Συνταγματικό Δικαστήριο της γείτονος. Έκτοτε, δεν έχουμε άλλη συμφωνία. Με την Ιταλία κινούμαστε προς την κατεύθυνση έναρξης συνομιλιών μεταξύ των δύο ΥΠΕΞ για τον καθορισμό θαλασσίων ζωνών επί τη βάσει της Συνθήκης της Γενεύης του 1977, όπου καθορίστηκε η υφαλοκρηπίδα μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας. Έχουμε διεξάγει επανειλημμένως ανά κάποια χρονικά διαστήματα συνομιλίες με Λιβύη και Αίγυπτο για καθορισμό ΑΟΖ, ωστόσο οι πολιτικές εξελίξεις στις δύο αυτές χώρες κατά καιρούς διέκοψαν τον ρου των συνομιλιών και βέβαια αυτή τη στιγμή με τη Λιβύη δε μπορούν να γίνουν τέτοιου είδους διαπραγματεύσεις. Με όλα αυτά θέλω να πω ότι το θέμα καθορισμού ΑΟΖ με τόσα πολλά όμορα κράτη από θαλάσσης δεν είναι κάτι απλό, συναρτάται με την εσωτερική πολιτική κατάσταση σε κάθε χώρα, ούτε είναι κάτι που δεν έχουμε επιχειρήσει.
Ο αγωγός Εast Med αποτελεί ένα πολυπόθητο σε πολιτικό επίπεδο έργο, ωστόσο η αγορά εκφράζει αμφιβολίες για τη βιωσιμότητά του. Θεωρείτε ότι είναι εφικτή η κατασκευή του δεδομένου του υψηλού κόστους αλλά και της διπλωματικής «τρικλοποδιάς» που βάζει η Τουρκία στην Ελλάδα;
Από τεχνικής- κατασκευαστικής άποψης, ο αγωγός είναι απολύτως ρεαλιστικός, όπως έχουν επισημάνει με ειδικές μελέτες τους οι αρμόδιες εταιρείες. Το κόστος κατασκευής είναι υψηλό αλλά όχι απαγορευτικό, υπενθυμίζω ότι ο Νότιος Διάδρομος, που εγκαινιάζουμε φέτος, κόστισε περισσότερα. Τη βιωσιμότητα θα την κρίνει η αγορά, ανάλογα με την πρόοδο των εξορύξεων στην Ανατολική Μεσόγειο, τη διακύμανση της τιμής του πετρελαίου και τη ζήτηση στην Ευρώπη. Όλα αυτά θα γίνουν εν ευθέτω χρόνω, μετά την έκδοση της FID (Final Investment Decision). Μιλάμε για ένα μεγάλο έργο πνοής, το οποίο θα αφορά και τις επόμενες γενιές. Δεν είπε κανείς ότι θα ξεκινήσει η πόντιση των σωλήνων φέτος… Όλα αυτού του είδους τα μεγάλα επενδυτικά και μακρόπνοα έργα χρειάζονται κάποιο χρονικό διάστημα για να υλοποιηθούν. Η σύλληψη του Νοτίου Διαδρόμου έγινε τα έτη 2006- 2009, όταν έγιναν οι διακοπές παροχής φυσικού αερίου από τη Ρωσία μέσω Ουκρανίας. Ο Νότιος Διάδρομος εγκαινιάζεται φέτος, 11 χρόνια μετά. Εκτιμώ ότι ο Εast Med θα πραγματοποιηθεί πολύ πιο γρήγορα λόγω των αναγκών της Ευρώπης και της προόδου των εξορύξεων σε Ισραήλ και Κύπρο.
Το 2019 η διεθνής κατανάλωση LNG αυξήθηκε κατά 40 εκατ. τόνους (20 από αυτά αφορούν στην Ευρώπη). Το LNG ωστόσο εξακολουθεί να αντιπροσωπεύει μικρό ποσοστό στο ενεργειακό μείγμα. Ποιές θεωρείτε ότι είναι οι προοπτικές για την περαιτέρω διείσδυσή του στην αγορά της Ευρώπης και της Ελλάδας;
Η Ρωσία θα συνεχίσει να αποτελεί τη βασική πηγή προμήθειας φυσικού αερίου για ολόκληρη την Ευρώπη γιατί έχει πολύ φυσικό αέριο και έχει τη δυνατότητα να «παίζει» με την τιμή. Από κει και πέρα βέβαια διαφοροποιούμαστε. Να σημειώσουμε εδώ ότι η Ελλάδα έχει εδώ και πολλά χρόνια διαφοροποιήσει τις πηγές προμήθειας φυσικού αερίου, με ένα 20% περίπου να αναλογεί στο LNG από την Αλγερία και με συγκεκριμένα φορτία στην αγορά spot της Μεσογείου, ακόμη και από ΗΠΑ. Επίσης, λαμβάνουμε και μικρές ποσότητες φυσικού αερίου από το basket της BOTAS μέσω του ελληνο- τουρκικού αγωγού Karacabey- Κομοτηνή. Τόσο με την αναβαθμισμένη Ρεβυθούσα όσο και με το υπό σχεδιασμό FSRU στην Αλεξανδρούπολη, οι ποσότητες εισροής LNG στην Ελλάδα θα αυξηθούν σημαντικά τα επόμενα χρόνια, με διττό στόχο: αφενός της εγχώρια κατανάλωση και αφετέρου την αεριοποίηση και διοχέτευση στο Νότιο Διάδρομο προς Βουλγαρία και Ρουμανία.
Δεδομένων των συνθηκών, αν μειωθεί η τιμή του πετρελαίου υπάρχει πιθανότητα να επηρεαστεί άμεσα η τιμή του LNG….
Η τιμή του πετρελαίου κινείται εδώ και καιρό σε χαμηλά επίπεδα. Ο κύριος λόγος είναι η υπερπροσφορά σε συνδυασμό με τη χαμηλή ζήτηση, λόγω του ήπιου χειμώνα. Οι τιμές του πετρελαίου συναρτώνται με τις τιμές του φυσικού αερίου, οι οποίες επηρεάζονται από τις πρώτες με διάστημα περίπου έξι μηνών. Τα περισσότερα συμβόλαια διακίνησης LNG πραγματοποιούνται στις αγορές spot και πλέον όχι τόσο επί τη βάσει μακροχρόνιων συμβολαίων, οπότε θα έλεγα ότι δεν υπάρχει διασύνδεση μεταξύ του ενός και του άλλου παράγοντα που αναφέρετε.
Πηγή:energypress.gr