Σήμα κινδύνου από τις ενεργοβόρες βιομηχανίες της Μέσης Τάσης - Νέες επιβαρύνσεις στο ενεργειακό κόστος
Ζήτημα με το θέμα του κόστους της χρέωσης διοξειδίου του άνθρακα έχει προκύψει για τις βιομηχανίες της Μέσης Τάσης, οι οποίες έχουν υποστεί σημαντικό πλήγμα στο ενεργειακό τους κόστος μετά τις πρόσφατες αυξήσεις στα τιμολόγια, τις μειώσεις στην έκπτωση συνέπειας κ.λπ.
Το κυριότερο πρόβλημα εντοπίζεται στο γεγονός ότι ο μηχανισμός αναπροσαρμογής της χρέωσης CO2 οδηγεί σε επιβάρυνση που δεν αντανακλά κόστη. Συγκεκριμένα η χρέωση μεταβάλλεται όταν υπάρχει αύξηση μεγαλύτερη από συν, πλην 10% στη μεταβολή της χρέωσης ρύπων και παραμένει η ίδια όταν η μεταβολή στη χρέωση ρύπων είναι μικρότερη. Επίσης ο μηχανισμός που εφαρμόζεται δε λαμβάνει υπόψη την όποια μεταβολή επέρχεται στο αποτύπωμα άνθρακα κατά τον προηγούμενο μήνα. Κατά συνέπεια η περίφημη ρήτρα αναπροσαρμογής, όπως αναφέρεται στα τιμολόγια της Μέσης Τάσης, να οδηγεί σε χρεώσεις που δεν αντανακλούν σε πραγματικά κόστη.
Το θέμα αφορά περίπου 30 παραγωγικές επιχειρήσεις με χιλιάδες θέσεις εργασίας, για τις οποίες η ενέργεια αποτελεί το 30 με 40% του κόστους παραγωγής. Για το λόγο αυτό η ΕΒΙΚΕΝ έχει ζητήσει συνάντηση με το υπουργείο ενέργειας, ζητώντας να υπάρξει κατάργηση της ρήτρας αναπροσαρμογής.
Αξίζει να αναφερθεί ότι σύμφωνα με πηγές των βιομηχανιών Μέσης Τάσης, οι πρόσφατες αλλαγές στα τιμολόγια της Μέσης Τάσης και ειδικότερα η κατάργηση της έκπτωσης στη ρήτρα διοξειδίου του άνθρακα είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθεί το ενεργειακό κόστος κατά 11 έως 12%, με αποτέλεσμα να έχει πληγεί η ανταγωνιστικότητά τους. Οι εταιρίες αυτές, κατά κύριο λόγο εξαγωγικές, κινδυνεύουν να χάσουν αγορές και άρα να οδηγηθούν σε μείωση της παραγωγής και κατά συνέπεια σε μείωση των θέσεων εργασίας.
Όπως επισημαίνουν πηγές του κλάδου η οριζόντια αντιμετώπιση είναι λανθασμένη και θα πρέπει να υπάρχει ξεχωριστή αντιμετώπιση της κάθε βιομηχανίας. Πιο συγκεκριμένα, υποστηρίζουν ότι θα πρέπει η κυβέρνηση, με βάση και τις κατευθυντήριες γραμμές της Ε.Ε. να λαμβάνει τις αποφάσεις με βάση το ποσοστό συμμετοχής του ενεργειακού κόστους στο παραγόμενο προϊόν, σε ό,τι αφορά τις ρυθμιζόμενες χρεώσεις των τιμολογίων (ΥΚΩ, Δίκτυο κλπ) και συνολικά στη χάραξη πολιτικής.
Το μοντέλο αυτό εφαρμόζεται στη Γερμανία και αποδίδει στήριξη στη βιομηχανία.
"Πρέπει να καταλάβουν ότι ένα μέτρο που οδηγεί σε αύξηση ή σε μείωση της τιμής του ρεύματος κατά 10%, έχει ελάχιστη σημασία για μια επιχείρηση στην οποία η συμμετοχή του ρεύματος στο κόστος παραγωγής είναι για παράδειγμα στο 2% και από την άλλη έχει τεράστια σημασία για μια επιχείρηση στην οποία το ρεύμα συμμετέχει κατά 40%" αναφέρει χαρακτηριστικά στο energypress ένας εκ των εμβληματικότερων εκπροσώπων της ενεργοβόρου βιομηχανίας.
Πηγή:energypress.gr