Κίνδυνος «κραχ» στην αγορά πετρελαίου
Να σταματήσουν την κατρακύλα των τιμών του πετρελαίου, οι οποίες έχουν υποχωρήσει σχεδόν κατά 30% από τις αρχές Ιανουαρίου, θα προσπαθήσουν οι χώρες του ΟΠΕΚ στην έκτακτη συνεδρίαση που θα πραγματοποιηθεί στη Βιέννη στις 5 -6/3, όμως όπως φαίνεται τίποτα δεν είναι στο χέρι τους και όλα θα κριθούν από την εξάπλωση του κορονοϊού, όπως συμβαίνει και σε κάθε άλλο κομμάτι της ανθρώπινης δραστηριότητας.
Μόνο την εβδομάδα που μας πέρασε το αμερικανικό πετρέλαιο τύπου West Texas υποχώρησε κατά 16,2% και το Brent κατά 13,6%, καθώς ο φόβος για την επιδημία «παγώνει» τις μεταφορές σε παγκόσμιο επίπεδο, κλείνει εργοστάσια και κρατάει τους πολίτες στα σπίτια τους, ενώ οι επιχειρήσεις αναβάλλουν κάθε απόφαση για νέα project. Αποτέλεσμα είναι να καταρρέει η ζήτηση για πετρέλαιο και ο κλάδος να δέχεται ένα χτύπημα που δύσκολα μπορεί να αποσοβήσει. Η τιμή του West Texas έχει πέσει στα 45 δολάρια από 64 που είχε φτάσει στις 5/1 και του Brent έχει γκρεμιστεί στα 50 δολάρια, από 70 τον Ιανουάριο.
Και μπορεί ο Νουριέλ Ρουμπίνι να προβλέπει ότι θα βιώσουμε μια νέα πετρελαϊκή κρίση λόγω των εχθροπραξιών που θα σημειωθούν μεταξύ ΗΠΑ-Ιράν, όμως σήμερα το μεγάλο πρόβλημα είναι ο κίνδυνος πανδημίας. Ο συναγερμός που σήμανε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, προειδοποιώντας ότι ο κορονοϊός είναι πολύ πιθανό να εξαπλωθεί σε όλες τις χώρες του κόσμου… σβήνει από τη μνήμη τα υψηλά των 70 δολαρίων και διαμορφώνει μία νέα και εντελώς απρόβλεπτη κατάσταση για την παγκόσμια οικονομία. Αναλυτές, μάλιστα, τονίζουν ότι η πτώση δεν οφείλεται στο γεγονός ότι έχουν πληγεί χώρες-πετρελαιοπαραγωγοί (όπως το Ιράν) αλλά στο γενικότερο κλίμα παύσης της βιομηχανικής και οικονομικής δραστηριότητας.
Η διακοπή της παραγωγής μεγάλων και μικρότερων εργοστασίων και τα προβλήματα στις μεταφορές προκαλούν καθυστερήσεις στην υλοποίηση projects, σημειώνει η Wood Mackenzie, προσθέτοντας ότι «πλοία και άλλα μεγάλα εξαρτήματα που κατασκευάζονται σε ναυπηγεία περιοχών που έχουν πληγεί από τον ιό έχουν τον πιο προφανή αντίκτυπο στην πλευρά της προσφοράς». Όμως για τις περισσότερες ενεργειακές εταιρείες, ακόμη και αν οι καθυστερήσεις συνεχιστούν σε διάστημα 6 μηνών που είναι το δυσμενές σενάριο, η σημαντικότερη επίπτωση θα προέλθει από τις τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου.
Σύμφωνα με τον βρετανικό οίκο, η πτώση της τιμής του Brent κατά 10 δολάρια το βαρέλι (όσο έχει υποχωρήσει περίπου από τα τέλη Ιανουαρίου) έχει αντίκτυπο στις παγκόσμιες ροές χρήματος του ενεργειακού κλάδου της τάξης των 40 δισ. δολαρίων ανά τρίμηνο. «Για ορισμένες εταιρείες, αυτή η επίπτωση κάνει τη διαφορά μεταξύ του να αυξήσουν τη διανομή κερδών ή να βιώσουν έναν ακόμη χρόνο αρνητικών χρηματικών ροών».
Από την πλευρά της, η νορβηγική Rystad σημειώνει πως καθώς η επιδημία του κορονοϊού συνεχίζει να εξαπλώνεται και περισσότερες χώρες πλήττονται, η επιβράδυνση στην παγκόσμια κατανάλωση πετρελαίου και αερίου το 2020 μπορεί να επιφέρει ισχυρό αν όχι θανάσιμο χτύπημα στον κλάδο. Από τα 60 δολάρια το βαρέλι που ήταν η προηγούμενη πρόβλεψη για τη μέση τιμή του Brent στο έτος, σήμερα υποχωρεί στα 56 δολάρια το βαρέλι και δεν αποκλείεται να υποστεί περαιτέρω υποβάθμιση.
Η S&P εκτιμά ότι ακόμη και αν ο ΟΠΕΚ αποφασίσει να μειώσει την παραγωγή κατά 600.000 βαρέλια την ημέρα, οι τιμές του πετρελαίου θα παραμείνουν σε χαμηλά επίπεδα έως τον Απρίλιο, πριν βελτιωθούν το καλοκαίρι. Και αυτό γιατί τα αποθέματα αυξάνονται με τρομακτικό ρυθμό όσο πέφτει η ζήτηση και δύσκολα θα επανέλθει το σύστημα σε ισορροπία τους επόμενους μήνες. Όμως οι εξελίξεις τρέχουν με την ταχύτητα που εξαπλώνεται ο κορονοϊός και τις τελευταίες ημέρες ακούγονται φωνές για ακόμη πιο δραστικά μέτρα. Σύμφωνα με τους FT, η Σαουδική Αραβία θα ζητήσει μείωση της παραγωγής κατά 1 εκατ. βαρέλια, ενώ άγνωστες παραμένουν οι διαθέσεις της Ρωσίας.
Θα είναι μια τόσο μεγάλη μείωση αρκετή; Για να αποτρέψει τα χειρότερα στον πετρελαϊκό κλάδο ίσως αλλά δεν θα δώσει άμεσα λύση. Σύμφωνα με την UBS, η μείωση της παραγωγής δεν μπορεί να αλλάξει το πολύ κακό κλίμα στην αγορά βραχυπρόθεσμα, όμως οι τιμές του πετρελαίου θα ανακάμψουν μέσα στους επόμενους 6-12 μήνες.
Πηγή:energypress.gr