ΤΑ ΦΩΤΟΒΟΛΤΑΪΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΜΕΣΟ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΚΑΘΑΡΗΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΑ ΦΙΛΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
Εγκαθίστανται εύκολα σε υφιστάμενες κατασκευές (κτίρια, αποθήκες) και σε κατάλληλες εκτάσεις. Επίσης, μπορούν να αντικαταστήσουν βασικά δομικά στοιχεία υφιστάμενων ή νεοαναγειρόμενων κατασκευών, όπως στέγες, προσόψεις, υαλοπίνακες. Λειτουργούν αθόρυβα, δεν χρειάζονται συντήρηση, δεν εκπέμπουν αέριους ρύπους, έχουν ωφέλιμη διάρκεια ζωής μεγαλύτερη από 25 χρόνια και είναι πολύ εύκολα επεκτάσιμες. Μπορούν να καλύψουν πλήθος εφαρμογών από μερικά mW έως αρκετά MW. Ως εκ τούτου, απευθύνονται από τον απλό οικιακό καταναλωτή έως το μεγάλο παραγωγό ηλεκτρικής ενέργειας
Τα συστήματα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από τον ήλιο με τεχνολογία φωτοβολταϊκών στοιχείων μπορεί να είναι είτε αυτόνομα, είτε διασυνδεδεμένα με το δίκτυο είτε συνδυαζόμενα με άλλες μορφές ήπιας ενέργειας. Τα αυτόνομα συστήματα παραγωγής ενέργειας αποτελούν μια επωφελή και εύκολη λύση για την κάλυψη των αναγκών απομακρυσμένων από το δίκτυο οικισμών ή κατοικιών.
Συνοδεύονται απαραίτητα από κάποιο μέσο αποθήκευσης ενέργειας (συνηθέστερα συσσωρευτές). Τα αυτόνομα συνδυασμένα ηλιακά και αιολικά συστήματα παράγουν ενέργεια από ανεμογεννήτριες κατά τις σκοτεινές ώρες του 24ώρου. Τα αυτόνομα υβριδικά συστήματα δεν χρειάζονται μέσα αποθήκευσης (συσσωρευτές), παράγουν ενέργεια από εγκατεστημένη ντιζελογεννήτρια κατά τις ώρες απουσίας ήλιου ή/και αέρα και εξορθολογικοποιούν την εγκατεστημένη ισχύ των ηλιακών ή/και αιολικών μονάδων.
Στα διασυνδεδεμένα με το δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας συστήματα εξοικονομείται το κόστος των μέσων αποθήκευσης ή εναλλακτικής παραγωγής και παράλληλα, εφ όσον υπάρχει περίσσεια ισχύος, ο διαχειριστής του συστήματος αγοράζει την πλεονάζουσα ενέργεια και την διοχετεύει στο δίκτυο μεταφοράς και διανομής.
Η μέχρι σήμερα εμπειρία μας αποδεικνύει ότι η ελληνική πραγματικότητα ευνοεί την εγκατάσταση διασυνδεδεμένων φωτοβολταϊκών συστημάτων. Με τον Ν. 3468/2006 η ελληνική Πολιτεία θέσπισε ισχυρά οικονομικά κίνητρα για την προώθηση εγκαταστάσεων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές.
•Υψηλή τιμή αγοράς της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας από τον διαχειριστή του συστήματος
•Δεκαετής σύμβαση αγοράς της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας με δικαίωμα μονομερούς ανανέωσης της σύμβασης από μέρους του επενδυτή για άλλα 10 έτη.
Η σύμβαση υπογράφεται με τον διαχειριστή του συστήματος. Υπεύθυνος διαχειριστής για το διασυνδεδεμένο σύστημα είναι ο ΔΕΣΜΗΕ, ενώ για τα μη διασυνδεδεμένα νησιά είναι η Δ.Ε.Η.
Επίσης, ο Αναπτυξιακός Νόμος 3299/2004 με τις τροποποιήσεις του επιδοτεί σήμερα την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών μονάδων μέχρι 40% του συνολικού κόστους.
Τα παραπάνω κίνητρα, σε συνδυασμό με την αυξημένη ηλιοφάνεια σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια, αναμενόταν ότι θα έδιναν τεράστια ώθηση στην κατασκευή φωτοβολταϊκών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Η αρμόδια υπηρεσία για την διαχείριση των αδειών, η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, κατακλύστηκε από άδειες ή εξαιρέσεις από την υποχρέωση για τη λήψη άδειας. Λόγω της υπερκάλυψης του θεσμοθετημένου πλαφόν ισχύος για φωτοβολταϊκούς σταθμούς, η ΡΑΕ δεν δέχεται πλέον αιτήσεις για την ηπειρωτική χώρα και τα μη διασυνδεδεμένα νησιά. Εξαίρεση αποτελούν τα διασυνδεδεμένα νησιά, για τα οποία η ΡΑΕ αναμένεται σύντομα να δεχθεί αιτήσεις. Δυστυχώς, οι άδειες ή οι εξαιρέσεις αξιολογούνται με βραδείς ρυθμούς από την ΡΑΕ. Πέραν τούτου, πολλοί επενδυτές, παρ’ ότι έχουν εξασφαλίσει την άδεια ή την εξαίρεση, καθυστερούν σημαντικά στις απαιτούμενες περιβαλλοντικές αδειοδοτήσεις ή στις διαδικασίες του αναπτυξιακού νόμου. Επίσης, η πώληση ηλεκτρικής ενέργειας από στο διαχειριστή του συστήματος απαιτεί την έκδοση Τιμολογίων προς τον τελευταίο και κατά συνέπεια την έναρξη επιτηδεύματος στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ως εκ τούτου, από τα κίνητρα αποκλείονται οι απλοί οικιακοί καταναλωτές, οι οποίοι θα μπορούσαν να επωφεληθούν από μια μορφή καθαρής και οικολογικής ενέργειας (οι απλές φοροαπαλλαγές που προσφέρονται στους ιδιώτες δεν μπορούν να αντισταθμίσουν το υψηλό κόστος εγκατάστασης ενός φωτοβολταϊκού συστήματος).
Συμπερασματικά, όλο το σύστημα έκδοσης και έγκρισης αδειών προσέκρουσε στην γνωστή και χρόνια παθογένεια της ελληνικής δημόσιας διοίκησης (υψηλή γραφειοκρατία, σύγκρουση αρμοδιοτήτων μεταξύ δημοσίων Υπηρεσιών, αλληλοεπικάλυψη της ισχύουσας νομοθεσίας) και στην έλλειψη ενός σαφούς Εθνικού Χωροταξικού Σχεδίου για τις χρήσεις γης. Οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές μεσογειακές χώρες και ιδίως η Ιταλία και η Ισπανία, έλυσαν σύντομα τα γραφειοκρατικά τους προβλήματα και παρ’ ότι ξεκίνησαν αργότερα από τη χώρα μας, παρουσιάζουν σήμερα μια ραγδαία αύξηση στον αριθμό των εγκαθιστάμενων φωτοβολταϊκών συστημάτων. Και θα ήταν χρήσιμο να αναφερθούμε στο παράδειγμα της Γερμανίας, η ευνοϊκότερη περιοχή της οποίας διαθέτει σημαντικά χαμηλότερη ηλιοφάνεια από τη δυσμενέστερη ελληνική. Με τα κατάλληλα κίνητρα προς τους εμπορικούς αλλά και τους οικιακούς καταναλωτές, η Γερμανία είναι πρωτοπόρος στην Ευρώπη στην εγκατάσταση φωτοβλοταϊκών συστημάτων.
Η προκήρυξη διαγωνισμού για την πρόσληψη συμβούλου από μέρους της ΡΑΕ για την αξιολόγηση των αδειοδοτήσεων, η αναμενόμενη ψήφιση του Εθνικού Χωροταξικού Σχεδίου, καθώς και η απελευθέρωση από το Υπουργείο Ανάπτυξης του πλαφόν των προς αδειοδότηση σταθμών, αναμένεται να δώσουν νέα ώθηση στην αγορά των φωτοβολταϊκών συστημάτων. Ως αποτέλεσμα, θα δημιουργηθούν χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας και θα διευκολυνθεί η ανάπτυξη της εγχώριας βιομηχανίας παραγωγής φωτοβολταϊκών κυψελών.
Η συζήτηση για την οικολογική δόμηση έχει ανοίξει και στην Ελλάδα εστιάζοντας κυρίως στην ενεργειακή απόδοση των κτιρίων, μια παράμετρος του περιβαλλοντικού σχεδιασμού που αφορά κυρίως τον σωστό προσανατολισμό για ηλιασμό και σκιασμό, την καλή θερμική θωράκιση του κελύφους με την χρήση μονωτικών υλικών, διπλών υαλοστασίων και την εφαρμογή ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού βέλτιστης ενεργειακής απόδοσης, συμβατικής ή πιο υψηλής τεχνολογίας.
Η ενεργειακή απόδοση των κτιρίων είναι όντως πολύ σημαντική, σε μια περίοδο όπου εκτός από την περιβαλλοντική κρίση βιώνουμε και το τέλος της εποχής του πετρελαίου και επομένως η σωστή διαχείριση της ενέργειας σε όλα τα επίπεδα είναι εξίσου σημαντική με την αναζήτηση εναλλακτικών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Επιπλέον δε, τα ποσοστά εξοικονόμησης ενέργειας στα οποία στοχεύει η ευρωπαϊκή οδηγία που ενσωματώθηκε πρόσφατα με μεγάλη καθυστέρηση στο ελληνικό νομοθετικό πλαίσιο, μπορούν κάλλιστα να επιτευχθούν με την καλή μόνωση και ανανέωση του μηχανολογικού εξοπλισμού του υπάρχοντος κτιριακού αποθέματος.
Αυτή η προοπτική δεν είναι καθόλου αμελητέα, αφήνει όμως έξω από την κουβέντα (ή δεν εντάσσει με εξίσου επιτακτικό τρόπο) μια άλλη, εξίσου κρίσιμη, διάσταση του οικολογικού σχεδιασμού που αφορά τα υλικά κατασκευής και συγκεκριμένα τις καθαρές τεχνολογίες δόμησης. Μια προσέγγιση που θέτει υπό αμφισβήτηση την αλόγιστη και συνεχή ανάπτυξη της βιομηχανίας παραγωγής χημικών προϊόντων και υψηλής τεχνολογίας στο όνομα της εξοικονόμησης ενέργειας χωρίς να λαμβάνονται υπόψη ζητήματα κατασπατάλησης των φυσικών πόρων, της χημικής ρύπανσης, αλλά και της υγιεινής των κτιρίων.
Είναι σημαντικό κλείνοντας αυτή την εισαγωγή να επισημάνουμε ότι η οικολογική δόμηση έχει πρωτίστως να κάνει με την αμφισβήτηση των κυρίαρχων προτύπων διαβίωσης κάτι που σχετίζεται άμεσα με το πως φανταζόμαστε την κατοικία μας και τα όρια που βάζουμε σε αυτό που θεωρούμε βασικές ανάγκες.